Της Καλλιόπης Αλτιντασιώτη
Την περασμένη άνοιξη, ο Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (ΟΔΑΠ) διεξήγαγε έρευνα αναφορικά με τη χαμηλή επισκεψιμότητα η οποία παρουσιάζεται σε αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία που βρίσκονται στην ελληνική περιφέρεια, με τα νούμερα δυστυχώς να είναι αποκαρδιωτικά.
Μηδέν μέχρι 6.000 επισκέπτες ετησίως είναι το εύρος της επισκεψιμότητας σε μνημεία και μουσεία και αυτό – σύμφωνα με τον ΟΔΑΠ – οφείλεται σε διάφορους παράγοντες όπως η απουσία σταθερού μέσου μεταφοράς η οποία και εμποδίζει την επίσκεψη στις συγκεκριμένες τοποθεσίες, η έλλειψη προσωπικού αλλά και η έλλειψη συνεργασίας μεταξύ μουσείων και τουριστικών γραφείων σε θέματα οργανωμένων επισκέψεων.
Ένας όμως άλλος παράγοντας που προκάλεσε έκπληξη ως προς αυτό το ζήτημα είναι η απουσία αυτών των χώρων πολιτισμικής κληρονομιάς από τον ψηφιακό κόσμο. Η έρευνα έδειξε πως μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό μουσείων και αρχαιολογικών χώρων διαθέτει ιστοσελίδα ή έστω κάποια σελίδα στα κοινωνικά δίκτυα – 21% και 17% αντίστοιχα.
Είναι πραγματικά λυπηρό το γεγονός πως μία χώρα σαν την Ελλάδα με έναν τόσο τεράστιο πολιτισμικό πλούτο να αδυνατεί να τον αναδείξει και διαφημίσει μέσα από το διαδίκτυο, καλώντας και προσκαλώντας τουρίστες ανά την υφήλιο να τον θαυμάσουν και από κοντά.
Αυτό που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση όσον αφορά το θέμα της ψηφιακής «στέγης» είναι η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος από την ίδια τη διοίκηση αυτής της χώρας όταν μάλιστα αυτή κομπάζει για τη ψηφιοποίηση του κράτους, αφήνοντας ωστόσο έξω από τη διαδικασία αυτή έναν ίσως από τους σημαντικότερους τομείς της χώρας, δηλαδή την ιστορία του πολιτισμού της.
Η απόκρυψη των αρχαιοελληνικών θησαυρών από τον ψηφιακό κόσμο σε συνδυασμό με την παραμέληση μνημείων ανά την επικράτεια, καθώς πολλά από αυτά καλύπτονται από βλάστηση, βάζει σε σκέψη τον Έλληνα πολίτη ο οποίος αναρωτιέται τον λόγο για τον οποίο αποκρύπτεται η πολιτισμική μας ιστορία, η ίδια ουσιαστικά η ταυτότητα της ύπαρξής μας.
Η ανάδειξη του πολιτισμού μας και της πραγματικής μας ιστορίας – ιδιαίτερα στις μέρες μας – θα πρέπει να βρίσκεται στις προτεραιότητες μιας κυβέρνησης που μεριμνά για τον πολιτισμικό της πλούτο, δημιουργώντας τις απαραίτητες εκείνες υπηρεσίες που θα αναλάβουν τη φροντίδα, συντήρηση και διαφήμιση των μνημείων μας, διατηρώντας με αυτόν τον τρόπο άσβεστη τη γνώση των προγόνων μας στις ίδιες μας τις μνήμες με στόχο και σκοπό τη μεταλαμπάδευσή της όχι μόνο στους απογόνους μας αλλά και σε όλους τους ανθρώπους σε κάθε γωνιά της γης.
Ο μηχανισμός που θα προάγει την Ελληνικότητα σε όλο της το μεγαλείο έχει ήδη στηθεί και ακούει στο όνομα «Ελλήνων Συνέλευσις». Ένας μηχανισμός που καλεί όλους τους Έλληνες να αναγνωρίσουν τον πλούτο αυτό που κουβαλά μέσα του το γνώθι σ’ εαυτόν του ίδιου του ανθρώπου και να τον προβάλλουν σε όλη την οικουμένη για να μπορέσει και πάλι ο άνθρωπος να ξαναβρεί τον δρόμο προς την ευδαιμονία του.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΕ