Του Πέτρου Ιακώβου
Την Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024, σε άρθρο που δημοσιεύτηκε σε ειδησεογραφική ηλεκτρονική σελίδα ανώνυμης εταιρείας του δημοσίου, έγινε εκτενής αναφορά για πρωτογενές πλεόνασμα που έφτασε τα 12,011 δισεκατομμύρια ευρώ, για το 11μηνο από τον μήνα Ιανουάριο έως τον μήνα Νοέμβριο του 2024 και κάνοντας ποσοστιαίες συγκρίσεις που αφορούσαν τους προϋπολογισμούς του περασμένου οικονομικού έτους του 2023 και του στόχου που έχει θέσει ο κρατικός προϋπολογισμός για το οικονομικό έτος 2025.
Είναι γεγονός ότι ο θόρυβος που γίνεται από δημοσιογράφους, από τον υπουργό οικονομίας και οικονομικών, καθώς από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, για το πρωτογενές πλεόνασμα, δεν είναι τίποτε άλλο από μία φούσκα εντυπωσιασμού με εντελώς κενή υπόσχεση. Ως στόχο έχει, μόνο να εξαπατήσουν όσους από τους πολίτες είναι γενικά αδαείς, με επιτηδευμένους οικονομικούς όρους και να τους κάνουν να ελπίζουν ότι κάτι καλό θα συμβεί στα οικονομικά τους στο άμεσο μέλλον, για να μετριάσουν την ένταση που τους έχει συσσωρεύσει, η παρατεταμένη δυσπραγία και η ανέχεια.
Για να κατανοήσουμε με απλό τρόπο τι ακριβώς είναι το πρωτογενές πλεόνασμα, θα αναφέρουμε ότι είναι η διαφορά μεταξύ των εσόδων και των εξόδων, χωρίς όμως στα έσοδα να λάβουμε υπόψη τα χρήματα που προέρχονται από δανεισμό και στα έξοδα να μη λάβουμε υπόψη τα χρήματα που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους.
Γενικά στο σύνολο των εσόδων μιάς χώρας περιλαμβάνονται τα χρήματα που εισπράττονται από φόρους, από δάνεια, από υπηρεσίες και από τα προϊόντα που εξάγει.
Όταν όμως μία χώρα βασίζεται σε έσοδα που προκύπτουν κυρίως από τη φορολογία των πολιτών της, ενώ τα χρήματα που εισπράττει από τα προϊόντα που εξάγει είναι μηδενικά ή αμελητέα, τότε η χώρα αυτή είναι καταδικασμένη να αποτύχει και αργά ή γρήγορα να καταρρεύσει.
Αυτό το έχει πάθει επανειλημμένα η χώρα μας, η οποία έχει πτωχεύσει πολλές φορές και έχει φτάσει σε ένα σημείο που να αρκείται μόνο στο εάν μπορεί μόνο να εξυπηρετήσει το παλιό δημόσιο χρέος της, για να μπορεί να δανείζεται νέο, σε μια ατέρμονη σκλαβιά υποτέλειας στους δανειστές.
Μία ακόμη σημαντική παράμετρος της εξαπάτησης με την αναφορά του πρωτογενούς πλεονάσματος του κρατικού προϋπολογισμού είναι ότι ο κρατικός προϋπολογισμός κάποιου οικονομικού έτους, απλά προϋπολογίζει τα ποσά στα έσοδα και στα έξοδα του έτους. Μόνο ο κρατικός απολογισμός του ίδιου έτους, (ο οποίος ψηφίζεται ως νόμος του κράτους στην Ελληνική βουλή, δύο έτη αργότερα από τον αντίστοιχο κρατικό προϋπολογισμό), δείχνει τα πραγματικά ποσά που έχουν πληρωθεί σε αυτό το έτος, τα οποία πάντα είναι περισσότερα από αυτά που είχε προϋπολογίσει στον αντίστοιχο κρατικό προϋπολογισμό.
Η χώρα μας έχει υποστεί από την κομματοκρατία, μία αποβιομηχανοποίηση σε πολύ μεγάλο βαθμό, η οποία ξεκίνησε τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 και η χαριστική βολή που την αποτελείωσε, της δόθηκε την δεκαετία 2008 – 2018.
Είναι ανυπολόγιστος ο αριθμός των βιομηχανιών και των επιχειρήσεων μεταποίησης που έκλεισαν όλα αυτά τα χρόνια, καθώς το καθεστώς αρνείται να τον αναφέρει, παρόλο που τον γνωρίζει. Κάποιες μελέτες κάνουν λόγο για 26.570 επιχειρήσεις, με χιλιάδες εργαζόμενους, οι οποίες εξαιτίας των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων, που τους προκάλεσε η άγρια φορολογία, η γραφειοκρατία και η κρατική απαξίωση, αναγκάστηκαν να κατεβάσουν ρολά και να βάλουν λουκέτα.
Η κατάσταση στον τομέα της βιομηχανίας γίνεται όλο και χειρότερη κάθε χρονιά. Ήδη τους τελευταίους μήνες του 2024, μπήκαν έξι λουκέτα σε μεγάλες βιομηχανίες της χώρας, οι οποίες είναι:
– η υαλουργική βιομηχανία Γιούλα Α.Ε., η οποία έκλεισε το εργοστάσιο της στο Αιγάλεω Αττικής
– η χαρτοποιία Sonoco Ελλάς Α.Ε. που έκλεισε δύο εργοστάσια της, στο Κιλκίς και τη Θεσσαλονίκη
– τα Ευρωπαϊκά νηματουργία Βαρβαρέσος Α.Ε., τα οποία έκλεισαν το εργοστάσιο τους στην Ημαθία
– η οινοποιία Τσάνταλη, η οποία έκλεισε το εργοστάσιο της στον Άγιο Παύλο του νομού Χαλκιδικής
– η Σύρμα Α.Ε., η οποία έκλεισε το εργοστάσιο παραγωγής συρματόσχοινων στη βιομηχανική περιοχή του Βόλου
– η Fieratex (Αφοί Ανεζουλάκη Α.Ε. Βαφεία Πλεκτήρια), με εργοστάσιο στην Νέα Σάντα Κιλκίς, η οποία έκανε αίτηση πτώχευσης
Την οικτρή πραγματικότητα της βιομηχανίας την αποτύπωσε και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), κ. Σπυρίδων Θεοδωρόπουλος, από το βήμα του ετήσιου Συνεδρίου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, όταν δήλωσε:
«Θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς: δυστυχώς το 2024, οι επενδύσεις είναι λιγότερες από το 2023 και εάν δεν γίνουν άλματα στην άνοδο της παραγωγικότητας, είναι θέμα χρόνου να υπάρξει πρόβλημα κοινωνικής συνοχής. Αυτή τη στιγμή για να πιάσουμε το μέσο όρο των επενδύσεων της Ευρώπης χρειαζόμαστε 11 δισεκατομμύρια ευρώ επενδύσεις τον χρόνο, από αυτές που γίνονται σήμερα.».
Για την κακή κατάσταση της Ελληνικής βιομηχανίας και των επιχειρήσεων, υπεύθυνες είναι όλες οι κυβερνήσεις που πέρασαν από την χώρα.
Για να υπάρξει βιώσιμη οικονομία και πραγματικό πλεόνασμα, απαιτείται μία στρατηγική που θα βασιστεί στην ενίσχυση των παραγωγικών υποδομών και της τεχνολογικής δυνατότητας, που θα δημιουργήσουν έναν ισχυρό και αυτοδύναμο βιομηχανικό και βιοτεχνικό μεταποιητικό τομέα, ικανό να ανταποκριθεί στις σύγχρονες απαιτήσεις.
Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να υλοποιηθεί με καμία από τις κομματικές κυβερνήσεις, όπως έχει αποδειχθεί, αφού είναι αυτές που κατέστρεψαν την ελληνική βιομηχανία και την βιοτεχνία. Μπορεί όμως να υλοποιηθεί από τον πολιτικό φορέα της Ελλήνων Συνέλευσις, η οποία έχει προγραμματίσει την δόμηση της βιομηχανίας και της βιοτεχνίας, σε βαθμό που να είναι σε θέση να παρέχουν αυτάρκεια και αυτοδυναμία σε όλους τους νευραλγικούς τομείς της Ελλήνων Πολιτείας.
Σε ότι αφορά την βιομηχανία στην Ελλήνων πολιτεία, έχει προγραμματιστεί αυτή να στηριχτεί στις δικές της πρώτες ύλες, οι οποίες δεν θα εξάγονται, αλλά θα χρησιμοποιούνται μόνο στην μεταποίηση, κατά τρόπο που να περιλαμβάνουν και την υπεραξία τους.
Έχει γίνει επίσης προγραμματισμός για την αναπροσαρμογή του κόστους ενέργειας στην χώρα μας σε χαμηλότερες τιμές, με εφαρμογή εναλλακτικών πράσινων τεχνολογιών, οι οποίες να είναι υψηλών προδιαγραφών, έχοντας στόχο να καταλήξουν στη νομοτελειακή χρήση της ελεύθερης ενέργειας, με πλήρη ασφάλεια και απόλυτο σεβασμό ως προς το περιβάλλον.
Έχει δοθεί μεγάλη σημασία στην μέγιστη ενίσχυση της βιοτεχνίας και της οικοτεχνίας, σε τομείς όπως η υφαντουργία, (παραγωγή υφασμάτων από βαμβάκι, λινό κάνναβης, μετάξι κλπ), η κεραμική, η σιδηρουργία, η χαλκουργία, η αργυροχοΐα, η χρυσοχοΐα, η παραγωγή προϊόντων καπνού υψηλότατης ποιότητας, η παραγωγή αλκοολούχων ποτών με ιδανικής ποιότητας αποστάγματα, η παραγωγή φυσικών χυμών, από βιολογικά φρούτα και φυτά, η παραγωγή ελαιολάδου και άλλων προϊόντων της ελιάς, η μελισσοκομία, η παραγωγή εξαιρετικών αιθέριων ελαίων και αρωμάτων και κάθε σπάνιου και μοναδικού είδους που βγάζει η ελληνική γη, (κρόκος, μαστίχα, κ.α.).
Μόνο με την εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος, η χώρα μας μπορεί και πάλι να ανθήσει, να καταστεί αυτάρκης και αυτοδύναμη για να λάμψει και πάλι στο παγκόσμιο στερέωμα, θέτοντας το πρότυπο της εφαρμοσμένης Τέχνης του Λόγου.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΕ